Ο όζος του θυρεοειδούς αποτελεί συχνό εύρημα σε στοχευμένο ή τυχαίο έλεγχο του αδένα.
Είναι μια διαταραχή της δομής του θυρεοειδούς αδένα που μπορεί είτε να γίνεται αντιληπτή με την ψηλάφηση είτε να εντοπίζεται σε απεικονιστικό έλεγχο, όπως το υπερηχογράφημα.
Ποσοστό έως και 5% των ανθρώπων μπορεί να έχουν ψηλαφητό όζο, ενώ σε απεικονιστικό έλεγχο το ποσοστό ανεύρεσης όζου φθάνει και το 50% σε μεγαλύτερης ηλικίας άτομα.
Η παρουσία περισσότερων του ενός όζων θυρεοειδούς συνοδευόμενη συχνά από διόγκωση του αδένα ονομάζεται Πολυοζώδης Βρογχοκήλη.
Επειδή συχνά οι όζοι, ιδίως οι μικρότεροι σε μέγεθος δεν είναι ψηλαφητοί είναι σημαντικός ο υπερηχογραφικός έλεγχος σε ορισμένες κατηγορίες του πληθυσμού με την καθοδήγηση του Ενδοκρινολόγου.
Οι όζοι του θυρεοειδούς αδένα συνήθως δεν προκαλούν συμπτώματα και ανακαλύπτονται τυχαία. Εξαίρεση αποτελούν οι όζοι μεγάλου μεγέθους που πιθανόν είναι ορατοί στο λαιμό ακόμα και δια γυμνού οφθαλμού και μπορεί να προκαλούν συμπτώματα από την πίεση των γειτονικών οργάνων, όπως δύσπνοια, αίσθημα ξένου σώματος στο λαιμό, δυσκολία στην κατάποση. Επίσης, σπανιότερα η γρήγορη αύξηση του μεγέθους του όζου μπορεί να προκαλέσει πόνο τοπικά.
Ευτυχώς, μόνο το 5% των όζων του θυρεοειδούς είναι κακοήθεις (καρκίνος θυρεοειδούς). Η πιθανότητα κακοήθειας προσδιορίζεται με βάση τα υπερηχογραφικά χαρακτηριστικά του όζου και επιβεβαιώνεται με την παρακέντηση του όζου δια λεπτής βελόνης και την κυτταρολογική εξέταση, τις οποίες συστήνει ο Ενδοκρινολόγος, όταν κρίνεται απαραίτητο.